Γιατί προτιμάμε το ψέμα από την αλήθεια;
Της Ελευθερίας Καρακατσίνα
Αυτό που συνειδητοποιώ καθημερινά, είναι πως επιλέγουμε ανάγκες και επιθυμίες βάσει «φθηνών» κριτηρίων, εξαπατώντας και αποπροσανατολίζοντας τον εαυτό μας ασύστολα. Γεμίζουμε το μυαλό μας με αφιλτράριστες πληροφορίες, οι οποίες, τις περισσότερες φορές, δεν αποτελούν γνήσιες σκέψεις μας και εθελοτυφλούμε για ένα και μόνο σκοπό: για να αισθανθούμε πιο άνετα και να αποφύγουμε ευθύνες και άβολες καταστάσεις. Γιατί, όμως, αποφεύγουμε την αλήθεια χάριν μιας σύντομης τέρψης;
Απαιτούμε, από όσους συναναστρεφόμαστε, ειλικρίνεια κι όμως ο μεγαλύτερος ψεύτης βρίσκεται μέσα μας. Την ίδια στιγμή που επιζητούμε την αλήθεια, προσπαθούμε εναγωνίως να αναστρέψουμε -αναποτελεσματικά- γεγονότα και δεδομένα, ώστε να διαστρεβλώσουμε οικειοθελώς κάτι που ήδη ξέρουμε πως ισχύει. Κάνουμε ερωτήσεις των οποίων οι απαντήσεις είναι ήδη γνωστές από εμάς τους ίδιους, μόνο και μόνο για να εκμαιεύσουμε μία a priori ψευδή δήλωση.
Γιατί ψάχνουμε ψεύτικες αλήθειες από τρίτους, όταν είμαστε ικανοί να κυριαρχήσουμε και να υπερβούμε τα όρια της μαζοποιημένης σκέψης που μας καθιστά υπόδουλούς της;
Μπορεί να μη γνωρίζουμε για τι λέμε ψέματα στον εαυτό μας, αλλά είναι πιο ασφαλές να υποθέσουμε ότι ένα μεγάλο μέρος αυτού που αποκαλούμε «αλήθεια» σήμερα, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια άμυνα ενάντια σε ένα βαθύτερο νόημα, το οποίο είναι επίπονο να αποδεχτούμε. Λέγοντας ψέματα στον εαυτό μας, υποθηκεύουμε τις μακροπρόθεσμες ανάγκες μας, προκειμένου να ικανοποιήσουμε βραχυπρόθεσμες επιθυμίες. Η μεγαλύτερη κενολογία-δικαιολογία με αδιαμφισβήτητη διαχρονικότητα είναι η κλασική φράση: «Ο άνθρωπος δεν αλλάζει».
Όσοι από εσάς πιστεύετε το παραπάνω άτυπο απόφθεγμα, αναλογιστείτε το εξής: Μήπως η θεωρία αυτή είναι ένα αναχρονιστικό μοτίβο που σας επιτρέπει να το χρησιμοποιείτε ως κάλπικη συναισθηματική ασπίδα, όσων δε θέλετε να προσπαθήσετε να αλλάξετε; Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα ως την ευκολότερη και πιο άμεση λύση κατανόησης, ας φανταστούμε έναν άνθρωπο που δηλώνει πως η ζωή του δεν είναι όπως θα ήθελε, καθώς η πραγματικότητά του δε συνάδει με όσα είχε ονειρευτεί.
Αν εξετάσουμε τη πρόταση αυτή θα εντοπίσουμε δύο «δυνητικά» ρήματα: θέλω και ονειρεύομαι. Βιολογικά είμαστε συνδεσμολογικά κατασκευασμένοι, με τέτοιο τρόπο, ώστε να επιζητούμε πάντα κάτι παραπάνω από αυτό που έχουμε. Η αίσθηση του ανικανοποίητου δεν είναι απαραίτητα αρνητική, τη στιγμή που συνδέεται με την ιδέα της περιέργειας της υγιούς αμφισβήτησης και εν τέλει της ανάπτυξης και της εξέλιξης. Είναι, όμως, καταστροφική, όταν το μετά καταστρέφει το τώρα.
Επομένως, όσα δεν έρχονται ποτέ, είναι όσα δε προσπαθήσαμε να έχουμε στο τώρα. Το κακό είναι πως, ενώ ενδόμυχα γνωρίζουμε ότι καθετί που θεωρούμε πως αξίζει θέλει κόπο και όχι τρόπο(!), επιλέγουμε κομφορμιστικά να αντιστρέφουμε το νόημα και να επαναπαυόμαστε στο ψέμα μας. Αυτο-εξαπατώμαστε και καταφεύγουμε στο ψέμα για να μην εκτεθούμε στην αλήθεια και χρειαστεί να την αντιμετωπίσουμε.
Εάν προφασιζόμαστε πως θέλαμε να γίνουμε επιτυχημένοι καλλιτέχνες, επιχειρηματίες, οικογενειάρχες, αλλά οι περιστάσεις και τα εμπόδια δεν μας το επέτρεψαν, πρέπει να αναλογιστούμε μήπως το μόνο εμπόδιο που βρέθηκε ποτέ μπροστά μας ήμαστε εμείς, γιατί αποφασίσαμε να αφιερώσουμε το χρόνο μας και να στρέψουμε την προσοχή μας προς μια άλλη κατεύθυνση.
Εάν γνωρίζουμε ότι η δουλειά, η σχέση και ο τρόπος που τρέφουμε το σώμα και το πνεύμα μας δε μας προάγει, αλλά αντιθέτως μας φθείρει, οφείλουμε να το παραδεχτούμε με ωμή ειλικρίνεια, να παραιτηθούμε και να αποχωρήσουμε οριστικά και αμετάκλητα. Είναι προτιμότερο να παραιτούμαστε ενσυνείδητα, παρά να προσπαθούμε ασυνείδητα. Δυστυχώς, όμως, έχει χαραχθεί μέσα μας ένα ασθενές αλτρουιστικό πνεύμα που χαρακτηρίζει δειλό όποιον δηλώσει παραίτηση.
Έτσι, αρνούμαστε πεισματικά να σταματήσουμε να κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας και συνεχίζουμε ακάθεκτοι να ζούμε σε μια πλασματική αλήθεια, την οποία εμείς οι ίδιοι δημιουργήσαμε. Ο μόνος που μπορεί να μας πει ψέματα είναι ο εαυτός μας και οφείλουμε να τον προστατέψουμε, ώστε να μη γίνουμε αυτόχειρες της προσωπικότητάς μας.
Πηγή
Αυτό που συνειδητοποιώ καθημερινά, είναι πως επιλέγουμε ανάγκες και επιθυμίες βάσει «φθηνών» κριτηρίων, εξαπατώντας και αποπροσανατολίζοντας τον εαυτό μας ασύστολα. Γεμίζουμε το μυαλό μας με αφιλτράριστες πληροφορίες, οι οποίες, τις περισσότερες φορές, δεν αποτελούν γνήσιες σκέψεις μας και εθελοτυφλούμε για ένα και μόνο σκοπό: για να αισθανθούμε πιο άνετα και να αποφύγουμε ευθύνες και άβολες καταστάσεις. Γιατί, όμως, αποφεύγουμε την αλήθεια χάριν μιας σύντομης τέρψης;
Απαιτούμε, από όσους συναναστρεφόμαστε, ειλικρίνεια κι όμως ο μεγαλύτερος ψεύτης βρίσκεται μέσα μας. Την ίδια στιγμή που επιζητούμε την αλήθεια, προσπαθούμε εναγωνίως να αναστρέψουμε -αναποτελεσματικά- γεγονότα και δεδομένα, ώστε να διαστρεβλώσουμε οικειοθελώς κάτι που ήδη ξέρουμε πως ισχύει. Κάνουμε ερωτήσεις των οποίων οι απαντήσεις είναι ήδη γνωστές από εμάς τους ίδιους, μόνο και μόνο για να εκμαιεύσουμε μία a priori ψευδή δήλωση.
Γιατί ψάχνουμε ψεύτικες αλήθειες από τρίτους, όταν είμαστε ικανοί να κυριαρχήσουμε και να υπερβούμε τα όρια της μαζοποιημένης σκέψης που μας καθιστά υπόδουλούς της;
Μπορεί να μη γνωρίζουμε για τι λέμε ψέματα στον εαυτό μας, αλλά είναι πιο ασφαλές να υποθέσουμε ότι ένα μεγάλο μέρος αυτού που αποκαλούμε «αλήθεια» σήμερα, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια άμυνα ενάντια σε ένα βαθύτερο νόημα, το οποίο είναι επίπονο να αποδεχτούμε. Λέγοντας ψέματα στον εαυτό μας, υποθηκεύουμε τις μακροπρόθεσμες ανάγκες μας, προκειμένου να ικανοποιήσουμε βραχυπρόθεσμες επιθυμίες. Η μεγαλύτερη κενολογία-δικαιολογία με αδιαμφισβήτητη διαχρονικότητα είναι η κλασική φράση: «Ο άνθρωπος δεν αλλάζει».
Όσοι από εσάς πιστεύετε το παραπάνω άτυπο απόφθεγμα, αναλογιστείτε το εξής: Μήπως η θεωρία αυτή είναι ένα αναχρονιστικό μοτίβο που σας επιτρέπει να το χρησιμοποιείτε ως κάλπικη συναισθηματική ασπίδα, όσων δε θέλετε να προσπαθήσετε να αλλάξετε; Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα ως την ευκολότερη και πιο άμεση λύση κατανόησης, ας φανταστούμε έναν άνθρωπο που δηλώνει πως η ζωή του δεν είναι όπως θα ήθελε, καθώς η πραγματικότητά του δε συνάδει με όσα είχε ονειρευτεί.
Αν εξετάσουμε τη πρόταση αυτή θα εντοπίσουμε δύο «δυνητικά» ρήματα: θέλω και ονειρεύομαι. Βιολογικά είμαστε συνδεσμολογικά κατασκευασμένοι, με τέτοιο τρόπο, ώστε να επιζητούμε πάντα κάτι παραπάνω από αυτό που έχουμε. Η αίσθηση του ανικανοποίητου δεν είναι απαραίτητα αρνητική, τη στιγμή που συνδέεται με την ιδέα της περιέργειας της υγιούς αμφισβήτησης και εν τέλει της ανάπτυξης και της εξέλιξης. Είναι, όμως, καταστροφική, όταν το μετά καταστρέφει το τώρα.
Επομένως, όσα δεν έρχονται ποτέ, είναι όσα δε προσπαθήσαμε να έχουμε στο τώρα. Το κακό είναι πως, ενώ ενδόμυχα γνωρίζουμε ότι καθετί που θεωρούμε πως αξίζει θέλει κόπο και όχι τρόπο(!), επιλέγουμε κομφορμιστικά να αντιστρέφουμε το νόημα και να επαναπαυόμαστε στο ψέμα μας. Αυτο-εξαπατώμαστε και καταφεύγουμε στο ψέμα για να μην εκτεθούμε στην αλήθεια και χρειαστεί να την αντιμετωπίσουμε.
Εάν προφασιζόμαστε πως θέλαμε να γίνουμε επιτυχημένοι καλλιτέχνες, επιχειρηματίες, οικογενειάρχες, αλλά οι περιστάσεις και τα εμπόδια δεν μας το επέτρεψαν, πρέπει να αναλογιστούμε μήπως το μόνο εμπόδιο που βρέθηκε ποτέ μπροστά μας ήμαστε εμείς, γιατί αποφασίσαμε να αφιερώσουμε το χρόνο μας και να στρέψουμε την προσοχή μας προς μια άλλη κατεύθυνση.
Εάν γνωρίζουμε ότι η δουλειά, η σχέση και ο τρόπος που τρέφουμε το σώμα και το πνεύμα μας δε μας προάγει, αλλά αντιθέτως μας φθείρει, οφείλουμε να το παραδεχτούμε με ωμή ειλικρίνεια, να παραιτηθούμε και να αποχωρήσουμε οριστικά και αμετάκλητα. Είναι προτιμότερο να παραιτούμαστε ενσυνείδητα, παρά να προσπαθούμε ασυνείδητα. Δυστυχώς, όμως, έχει χαραχθεί μέσα μας ένα ασθενές αλτρουιστικό πνεύμα που χαρακτηρίζει δειλό όποιον δηλώσει παραίτηση.
Έτσι, αρνούμαστε πεισματικά να σταματήσουμε να κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας και συνεχίζουμε ακάθεκτοι να ζούμε σε μια πλασματική αλήθεια, την οποία εμείς οι ίδιοι δημιουργήσαμε. Ο μόνος που μπορεί να μας πει ψέματα είναι ο εαυτός μας και οφείλουμε να τον προστατέψουμε, ώστε να μη γίνουμε αυτόχειρες της προσωπικότητάς μας.
Πηγή
Γιατί προτιμάμε το ψέμα από την αλήθεια;
Reviewed by Joannas spot
on
2:22 μ.μ.
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: